Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σφουγγαρίζω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 radazzare (vt)
2 scovolare (vt)
3 spugnare (vt)
4 lavare per terra

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σφουγγάρι σφουγγάρισμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---