Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόσχολώ
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο 1 finire di lavorare 2 [απολύω] licenziare 3 [στο σχολείο] finire le lezioni del giorno permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |