Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σαστίζω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 acciuchire
2 disorientare
3 disorientarsi
4 frastornare
5 imbalordire
6 imbarazzarsi
7 sbalordire (vi)
8 scombussolare (vt)
9 scompigliare (vt)
10 sfasare (vt)
11 smarrirsi (vrifl)
12 sperdersi (vrifl)
13 stonare (vt)
14 stordire (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σασί σάστισμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---