Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σακοράφα
ουσιαστικό θηλυκό

1 ago
2 infilacapi
3 infilanastri
4 punteruolo
5 stampino

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σακοειδής σάκος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---