Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόροδίζω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο 1 imporporarsi 2 invermigliarsi 3 rosolare (vt) 4 rosseggiare (vi) 5 tingersi di rossore permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |