Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ριψοκίνδυνος
επίθετο

1 ardimentoso
2 ardito
3 arrischiato
4 audace
5 avventato
6 azzardato
7 azzardoso
8 garibaldino
9 pericoloso
10 rischioso
11 sconsigliato
12 spericolato
13 spinto
14 sregolato
15 temerario

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ριψοκινδυνεύω ρόγα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---