GrecoItaliano


προστασία
ουσιαστικό θηλυκό

protezione (f)

permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


πουλώ προστασία = chiedere il pizzo || ο δείκτης προστασία = fattore [αρσ.] di protezione [θηλ.] || (di crema solare) δείκτης προστασίας = (αντιλιακή κρέμα) fattore [αρσ.] di protezione



Sfoglia il dizionario




{{ID:PROSTASIA100}}
---CACHE---