GrecoItaliano


πρόχειρος
επίθετο

1 [κοντινός] a portata di mano
2 [χωρίς μελέτη] improvvisato

permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το πρόχειρο αντίγραφο = brutta copia [θηλ.] || τα πρόχειρα ρούχα = vestiti [αρσ. πλυθ.] di tutti i giorni



Sfoglia il dizionario




{{ID:PROCEIROS100}}
---CACHE---