Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ποθοπλαντάζω
ρήμα αμετάβατο

1 innamorarsi
2 soffrire di mal d'amore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ποθοπλάνταγμα ποθοπλάνταχτος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---