Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπλάκα
ουσιαστικό θηλυκό 1 lastra 2 [σχολική] lavagnetta 3 [σαπούνι] saponetta 4 [γραμμοφώνου] disco 5 Placa permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματασπάσαμε πλάκα = ci siamo divertiti || έχει πλάκα = è uno spasso Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |