Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπέρασμα
ουσιαστικό ουδέτερο 1 passaggio, transito 2 [χρόνου] passare, trascorrere permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαστο πέρασμα = nel corso di Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |