Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόπάσο
ουσιαστικό ουδέτερο passo permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαέχω πάσο = avere accesso || πάω πάσο = chiamarsi fuori || με το πάσο μου = con calma Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |