Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παρασιωπώ
ρήμα μεταβατικό

1 omettere (vt)
2 pretermettere (vi)
3 saltare (vt)
4 sottacere (vt)
5 tacere

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παρασιώπηση παρασκευάζω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---