Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παραγωγικός
επίθετο

1 produttivo
2 [έδαφος] fertile

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παραγωγή παραγωγικότητα  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η παραγωγική μέθοδος = metodo [αρσ.] deduttivo


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---