Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παραγκωνίζω
ρήμα μεταβατικό

1 ricacciare (vt)
2 scavalcare (vt)
3 scostare (vt)
4 soppiantare (vt)
5 spintonare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παραγκώμι παραγκωνισμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---