Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


παχύς
επίθετο

1 [σε λίπος] grasso
2 [χοντρός] spesso
3 [παχύρρευστος] denso

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παχύρρευστος παχυσαρκία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---