Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›ορθοέπεια

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

ορθοέπεια
ουσιαστικό θηλυκό

ortoepia

permalink
‹ Ορθοδρομικός
ορθόκεντρο ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ορθοδοντικός [ουσ αρσ και θηλ.]
ορθοδοξία {ορθοδοξιώ...
ορθόδοξος [επίθ.]
ορθοδρομία {ορθοδρομι...
Ορθοδρομικός [επίθ.]
ορθοέπεια {χωρ. πληθ...
ορθόκεντρο {ορθοκέντρ...
ορθοκήλη [θηλ.ουσ]
ορθόκλαστο [ουσ ουδ.]
ορθολογία [θηλ.ουσ]
ορθολογικά [επίρ.]
ορθολογικοποιώ [ρ.]
ορθολογικός [επίθ.]
ορθολογικότητα [θηλ.ουσ]
ορθολογισμός [ουσ αρσ ]
ορθολογιστής [ουσ αρσ ]
ορθολογιστικός [επίθ.]
ορθοπεδική [θηλ.ουσ]
ορθοπεδικός [επίθ.]
ορθοπεδικός [ουσ αρσ και θηλ.]


{{ID:ORQOEPEIA100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti