Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόοργανωμένος
επίθετο 1 organico 2 organizzato 3 strutturato permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματατο οργανωμένο ταξίδι = viaggio [αρσ.] organizzato Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |