Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ομόλογο
ουσιαστικό ουδέτερο

1 buono
2 effetto
3 vaglia cambiario

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ομολογιακός ομόλογος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


τα ομόλογα του δημοσίου = titoli [αρσ. πλυθ.] di stato


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---