Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ομοφωνία
ουσιαστικό θηλυκό

1 accordo
2 concerto
3 consentaneità
4 identicità
5 unanimismo
6 unanimità
7 unisono
8 identita di vedute
9 omofonia

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ομόφωνα ομοφωνικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---