Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόομάδα
ουσιαστικό θηλυκό 1 gruppo 2 [αθλητική] squadra permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη εθνική ομάδα Ιταλίας = gli Azzurri [αρσ. πλυθ.] || η ομάδα αίματος = gruppo [αρσ.] sanguigno Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |