Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόόλεθρος
ουσιαστικό αρσενικό 1 calamità 2 devastazione 3 disastro 4 distruzione 5 flagello 6 maledizione 7 malora 8 massacro 9 perniciosità 10 piaga 11 rovinio 12 scempio 13 sciagura 14 strazio permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |