Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόοδοντόβουρτσα
ουσιαστικό θηλυκό spazzolino da denti permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαη οδοντόβουρτσα = spazzolino [αρσ.] da denti Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |