Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


νοσοκομείο
ουσιαστικό ουδέτερο

ospedale (m)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  νοσοκομειακός νοσοκόμος  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


εισάγομαι στο νοσοκομείο = ricoverarsi in ospedale


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---