Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μυρώνω
ρήμα μεταβατικό

1 aromatizzare
2 consacrare
3 cresimare
4 odorare (vt)
5 profumare (vt)
6 ungere

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Μύρων μυς  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---