Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μπουμπουκιάζω
ρήμα αμετάβατο

1 gemmare
2 germogliare
3 gettare
4 imbocciare
5 ingemmarsi
6 muovere (vi)
7 nascere
8 sbocciare (vi)
9 mettere le gemme

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μπουμπούκι μπουμπούκιασμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---