Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μονωτικός
επίθετο

1 coibente
2 isolante
3 isolatore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μονωτικό μόρα  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η μονωτική ταινία = nastro [αρσ.] isolante


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---