Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μονοτονία
ουσιαστικό θηλυκό

1 abitualità
2 insipidezza
3 insipidità
4 monotonia
5 monotonia
6 noia
7 pesantezza
8 piattezza

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μονότονα μονότονος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---