Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μεταρρυθμιστής
ουσιαστικό αρσενικό

1 modificatore
2 ricostruttore
3 riedificatore
4 riformatore
5 riformista
6 rinnovatore
7 riordinatore
8 riorganizzatore
9 trasformista

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μεταρρυθμίσιμος μεταρρυθμιστικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---