Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόμετανιώνω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο 1 dolere 2 dolersi 3 pentirsi (vrifl) 4 ravvedersi (vrifl) 5 rimproverarsi (vrifl) 6 rincrescere (vi) 7 ripentirsi (vrifl) 8 mordersi le mani permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |