Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


μεταλλάζω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 cambiare
2 convertire
3 modificare (vt)
4 modificarsi (vrifl)
5 mutare (vt)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  μεταλλαγμένος μεταλλακτήρας  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---