Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκόπρος
ουσιαστικό θηλυκό ((letterario)) fimo ~m~, leta`me ~m~, sterco ~m~ o καθαρισμός της κόπρoυ του Αυγείου == la ripulitura delle stalle di Augia permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |