GrecoItaliano


κοινωνικός  
επίθετο

1 socia`le o άνθρωπος είναι κοινωνικό ζώο == l'uomo è un animale sociale | κοινωνική δικαιοσύνη == giustizia sociale | κοινωνικές επιστήμες == scienze sociali | κοινωνική πρόνοια == previdenza sociale | κοινωνικός λειτουργός == assistente sociale | κοινωνικές επαφές == relazioni, rapporti sociali
2 di persone socie`vole

κοι§νω§νι§κό§τε§ρος
επίθετο

comparativo di [κοινωνικός]

κοι§νω§νι§κό§τα§τος
επίθετο

superlativo di [κοινωνικός]

κοι§νω§νι§κώ§τε§ρος
επίθετο

comparativo di [κοινωνικός]

κοι§νω§νι§κώ§τα§τος
επίθετο

superlativo di [κοινωνικός]

permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


ο κοινωνικός λειτουργός = assistente [αρσ.] sociale || η κοινωνική πρόνοια = previdenza [θηλ.] sociale



Sfoglia il dizionario




{{ID:KOINWNIKOS100}}
---CACHE---