Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ψευδίζω
ρήμα αμετάβατο

1 balbettare
2 ciangottare
3 farfugliare
4 imbrogliarsi
5 intaccare
6 tartagliare
7 avere la lisca

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ψευδής ψεύδισμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---