Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόισοβίτης
ουσιαστικό αρσενικό ergastola`no ~m~ ισοβίτισσα ουσιαστικό θηλυκό femminile di [ισοβίτης] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |