Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόιεροπρεπέστατος
επίθετο superlativo di [ιεροπρεπής] ιεροπρεπέστερος επίθετο comparativo di [ιεροπρεπής] ιεροπρεπής επίθετο iera`tico, sole`nne ιερoπρεπής χειρονομία == gesto ieratico permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |