Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόφινίρισμα
ουσιαστικό ουδέτερο 1 dirozzamento 2 finitura 3 perfezionamento 4 politezza 5 pulitura 6 rifinitezza 7 rifinitura 8 ripulitura 9 ritoccata 10 ritoccatura 11 ritocco 12 sgrossatura permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |