Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


έτερος  
επίθετο

1 ((letterario)) con valore indefinito l'uno dei due, l'altro o έτερος των συνομιλητών == l'altro interlocutore
2 ((letterario)) con valore indefinito l'altro, gli altri o συ μισείς ετέρω μη ποιήσης == non fare agli altri quello che non vuoi che gli altri facciano a te | έτερον εκάτερον == sono due cose completamente diverse | το έτερον ήμισυ == l'altra metà+++αφ'ετέρου == d'altro canto, d'altra parte, in secondo luogo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ετερόρρυθμος ετεροσεξουαλικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---