Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Επτανήσια
ουσιαστικό θηλυκό

femminile di [Επτανήσιος ^-ου, ο^]

Επτανήσιος
ουσιαστικό αρσενικό

abita`nte ~mf~ delle i`sole Io`nie

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Επτάνησα επτανησιακός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---