Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


έντερο  
ουσιαστικό ουδέτερο

anatomia intesti`no ~m~ λεπτό έντερο == intestino tenue | παχύ έντερο == intestino crasso

έντερον
ουσιαστικό ουδέτερο

forma letteraria di [έντερον ^-ου, το^]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εντεριώνιος εντεροβακτήριο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---