Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διάγραμμα  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 diagra`mma ~m~; dise`gno ~m~; schema ~m~ το διάγραμμα ενός κτιρίου==diagramma di un edificio
2 diagra`mma ~m~; gra`fico ~m~
3 descrizio`ne ~f~; quadro ~m~ μου έδωσε ένα διάγραμμα της κατάστασης==mi ha fatto un quadro della situazione

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διαγουμιστής διαγραμματικά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---