Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διαγγελέας  
ουσιαστικό αρσενικό

1 imbasciato`re ~m~
2 messagge`ro ~m~
3 messo ~m~
4 precurso`re ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διαγαλαξιακός διάγγελμα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---