Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


διαχωρίζομαι
ρήμα παθητικό

1 articola`rsi
2 disgiu`ngersi
3 disuni`rsi
4 divi`dersi
5 riparti`rsi
6 sci`ndersi

διαχωρίζω  
ρήμα μεταβατικό

1 separa`re; disgiu`ngere; divi`dere
2 ((figurato)) separa`re; dissocia`rsi διαχωρίζω τη θέση μου==dissociarsi dalla posizione altrui

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  διαχυτός διαχωρίζων  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---