Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δεινός  
επίθετο

1 tremendo δεινός παγετός==gelo tremendo
2 violento; terri`bile δεινή σύγκρουση==scontro violento
3 επιδέξιος formida`bile, straordina`rio; eccelle`nte δεινός ρήτορας==oratore straordinario

δεινότατος
επίθετο

superlativo di [δεινός]

δεινότερος
επίθετο

comparativo di [δεινός]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δεινοπαθώ δεινόσαυρος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---