Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χρεόγραφα
ουσιαστικό ουδέτερο πληθυντικός

1 portafoglio
2 valori
3 carte valori
4 titoli cambiari

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χρεμετισμός χρεόγραφο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---