Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χορταίνω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 saziarsi
2 [βαριέμαι] stufarsi

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χορτάζω χορταποθήκη  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---