Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χιονόνερο
ουσιαστικό ουδέτερο

1 nevischio
2 neve frammista ad acqua
3 pioggia ghiacciata

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χιονόμπαλα χιονοπέδιλο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---