Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χασομερώ
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 abbadare
2 attardarsi
3 baloccarsi
4 bighellonare
5 cincischiare
6 ciondolare
7 esitare
8 gingillarsi
9 indugiare
10 indugiarsi
11 nicchiare
12 soffermarsi (vrifl)
13 spoltroneggiare (vt)
14 tentennare
15 traccheggiare
16 rubare ore al lavoro
17 perdere il tempo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χασομέρι χασούρα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---