Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αξιόλογος  
επίθετο

note`vole; considere`vole; merite`vole; merito`rio αξιόλογο ποσό(ν)==somma notevole | αξιόλογο συνεργάτης==collaboratore valido | αξιόλογο έργο==opera meritevole

αξιολογότατος
επίθετο

superlativo di [αξιόλογος]

αξιολογότερος
επίθετο

comparativo di [αξιόλογος]

αξιολογώτατος
επίθετο

superlativo di [αξιόλογος]

αξιολογώτερος
επίθετο

comparativo di [αξιόλογος]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αξιολογητής αξιολογούμενος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---