Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αντιφασίστας  
ουσιαστικό αρσενικό

politica antifascista ~m~

αντιφασίστρια
ουσιαστικό θηλυκό

1 femminile di [αντιφασίστας ^-α, ο^]
2 politica antifasci`sta ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αντιφασισμός αντιφασιστικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---